Σ’ όσους είναι στα κελιά

Σ’ όσους είναι στα κελιά

Πολίτης Παράθυρο Λοξες Ματιές στον Πολιτισμό 04/08/2013

ΣΗΜΕΙΟ ΣΤΙΞΗΣ | ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ #1

Γράφει η Στέργια Κάββαλου / εικονογραφεί ο Γιώργος Μυλωνάς

Οι σελίδες του ημερολογίου είναι λευκές. Η απουσία γραμμών δεν βοηθάει. Η απουσία γενικότερα θα έλεγε κάποιος πως δεν βοηθάει. Ούτε είναι ώρα για φιλοσοφικά πορίσματα ούτε και την έχω. Σκέφτομαι ότι πρώτο το σύμπαν επιβιώνει λόγω αλληλοεξάρτησης και απαλλάσσω τον εαυτό μου από τις απόλυτες βεβαιότητες όπως το σώμα μου από τα μακρυμάνικα. Ιούλης και καλοκαίριασε.

Το χτεσινό όνειρο δεν είναι αποτέλεσμα θερμοκρασίας , επικαιρότητας και λοιπών δαιμονίων. Preview μέλλοντος μοιάζει και θα καταγραφεί. Αυτό και το step one μου για την κατανόηση. Της μυστικής ζωής που υπάρχει μέσα στο κεφάλι μου.

Περπατούσα σε μια πόλη. Οι δρόμοι της όξινοι. Κάθε φορά που τους περνούσα κολλούσα και από μια ίωση. Δεν άργησα να πάθω την ανοσία της επανάληψης. Το αφεντικό χάρηκε που είχε έρθει η ώρα και για το δικό μου κολάρο. Μου το φόρεσε στο λαιμό. «ουδεμία οικονομική ζημία για το κατάστημα» έγραφε.

Η ταχύτητα της καινούριας μου βάφτισης, δεν μου επέτρεψε να δω τα γράμματα. Η καθαρότητά τους όμως επέτρεπε σε όλους τους άλλους να τα διαβάζουν και έτσι να μου δίνουν free pass εισόδου στα καταστήματά τους.

Γιατί η πόλη ήταν γεμάτη καταστήματα. Πουλούσαν χρυσό, προστασία, χάρτινα φέρετρα, κουνέλια, φυλαχτά, χειροπέδες, μπουκάλια, γκλοπ, συγχωροχάρτια και ψεύτικα δάκρυα.

Δεν ήμουν μόνη. Γύρω μου, φτυσμένα κομμάτια περασμένων μου εαυτών που βρήκαν χώρο και λάσπη να πλαστούν νέο χώμα. Γεννούσα τα μωρά μου παντού. Και μετά τα άφηνα, πάλι παντού. Δεκάδες μωρά, με πράσινα πόδια, κίτρινα μάτια, μωβ ουρές. Όλα διαφορετικά μα όλα τους απεχθή και άσχημα. Τα συναντούσα τυχαία μπροστά μου μα έκανα πως δεν τα βλέπω. Καθόλου δεν τα ένοιαζε. Έβρισκαν το δρόμο τους και χωρίς εμένα. Κι έπειτα ήξεραν πως όσο και να τα αγνοούσα, εκείνα θα με είχαν ες αεί στο χέρι.

 

Εγώ πάλι, δεν ήξερα τίποτα. Περπατούσα στο βασίλειο του αυτισμού με ευδαιμονία μέχρι που κουτούλησα σε τζάμι και έσπασα το κεφάλι μου. Τότε εμφανίστηκαν οι εν χριστώ αδερφοί της βιτρίνας και άρχισαν να τραγουδάνε ΧΑΣΜΑ πάνω από το πεθαμένο μου σώμα. Συγκινήθηκα που διάλεξαν το αγαπημένο μου εφηβικό συγκρότημα. Κάπου εκεί και με i am not alone αίσθημα, πρέπει να άνοιξα τα μάτια. «Δεν με ελέγχω» ο τίτλος του τραγουδιού.

Άφησα το στυλό-το ημερολόγιό μου είναι ακόμα χάρτινο-και κοίταξα ένα γύρο το δωμάτιο να δω αν ήμουν πραγματικά μόνη. Και ήμουν. Δε θυμάμαι πόσο καιρό έχει να μπει άνθρωπος εδώ μέσα.

Κι όμως η πολυθρόνα είναι πανέτοιμη να βουλιάξει σε ξένο βάρος, ο καθρέφτης περιμένει ολογυάλιστος και σιωπηλός καποιανού το είδωλο, τα τραπεζάκια του σαλονιού φουλ απαλλαγμένα από τις σκόνες τους.

Είναι φορές που νομίζω ότι τα έπιπλα μού μιλάνε. Ακούω τα αντικείμενα.

Τα μεσημέρια έχω τα υπόλοιπα πιατικά να διαμαρτύρονται για την αχρηστία τους και να οικτίρουν το ένα και μοναδικό μου. Τα ποτήρια είναι πιο θορυβώδη κι αζήτητα-μαθημένη από τα μπουκάλια να πίνω.

Πήγα πάνω κάτω το σπίτι στα βήματα της μουσικής και των στίχων του ονείρου. Στο δεύτερο κουπλέ έκανα μια φωναχτή τραγουδιστική απόπειρα. Τα lyrics έτρεχαν στο κεφάλι μου και ουχί στον αέρα. Από το ανοιχτό μου στόμα έβγαινε μια εξίσου ανοιχτή σιωπή.

Αμέσως θυμήθηκα ότι η λειτουργία του ομιλείν είναι αυτονόητη και πίεσα τον εαυτό για μία ακόμη προσπάθεια. Φαίνεται ότι στη δική μου περίπτωση ο προφορικός λόγος έμοιαζε με χρήση ποδηλάτου κι εγώ απείχα αρκετά χιλιόμετρα από το να του πάρω και πάλι τον αέρα.

Έτρεξα στο σαλόνι όπου και άνοιξα την τηλεόραση. Μου θύμισα τη γιαγιά μου που την άφηνε να παίζει όλο το εικοσιτετράωρο μόνο και μόνο για να ακούει μιλιές. Εγώ δεν το έκανα για να ακούσω όσο για να τις μιμηθώ, να τις κοπιάρω, να αντιγράψω τελοσπάντων τη λειτουργία της εκφοράς των λέξεων μπας και καταφέρω να μιλήσω.

Έβαλα στην πλάτη μου μαξιλάρι να νιώθω άνετα, ψίλωσα την ένταση κι άρχισα να προγυμνάζω το στόμα μου ανοιγοκλείνοντάς το.

Δυο βουλευτές τσακώνονταν για τη νέα φορολογία. Ποιος θα βάλει την πιο υψηλή. Δεν θα μπορούσα να επαναλάβω τα λόγια τους. Ζάπινγκ. Επίσημες και ζωντανές δηλώσεις του πρωθυπουργού για άμεση ανάγκη μαζικών απολύσεων. Αποστροφή, σιωπή, ζάπινγκ.

Ρεπορτάζ συγχώνευσης τραπεζών. Ζάααααπινγκ!

Διαφήμιση δανείου πρώτης κατοικίας, ζάπινγκ. Προνομιακή τιμή αυτοκινήτου μεγάλου κυβισμού. Ζάπινγκ. Ευτυχισμένες οικογένειες απλώνουν βούτυρο στην ευρύχωρή τους κουζίνα. Ζάπινγκ και σιωπή, εναλλάξ.

Ραδιόφωνο. Εξοπλιστικές μίζες, υπεξαιρέσεις, βιώσιμο χρέος, υποσχέσεις λαμπρού μέλλοντος. Μουδιάζει η γλώσσα μου. Τίποτα και στα ερτζιανά.

Απλώνω τις πρωτοσέλιδες εφημερίδες στο πάτωμα. Σιωπή στη σιωπή. Θλίψη, απόγνωση, άρθρα παθητικής φωνής. Θυμάμαι την προκήρυξη που σχεδόν έκλεισαν στο χέρι μου κάτι βιαστικά δεκαεξάχρονα. Αυτήν θα διαβάζω.

«Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις όταν θυμόμαστε πάντοτε ότι για να είσαι ζωντανός χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη απ’ το απλό γεγονός της αναπνοής»

Παραφράζω στο μυαλό μου τους στίχους του Νερούντα.

«για να είσαι ζωντανός χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη απ’ το απλό γεγονός της ομιλίας»

Διαβάζω από μέσα μου όλο το κείμενο. Είναι το γράμμα ενός συλληφθέντα. Κρατείται τριάντα μήνες παράνομα προφυλακιστέος.

Μιλάει για κοινωνίες-νεκροταφεία, για κατάπτυστους θιασώτες αστικής δικαιοσύνης, για τους φυσικούς αυτουργούς της νομιμότητας των βασανιστηρίων, των ξυλοδαρμών στα αστυνομικά τμήματα, της φίμωσης των αντικαθεστωτικών μέσων πληροφόρησης.

 

Συνειδητοποιώ πως διαβάζω το γράμμα του δυνατά. Η φωνή μου βγαίνει καθαρή, σίγουρη-σχεδόν γενναία.

Ζυγιάζω την οικιακή μου απομόνωση με το περιβάλλον. Είναι ανάλογη των συνθηκών. Η λύση πάντα βρίσκεται στα μαθηματικά. Θα γίνει αντιστρόφως ανάλογη. Εγώ θα την κάνω.

Μα όχι μόνη.

Θα πάω στη συγκέντρωση αλληλεγγύης. Θα φωτοτυπήσω το κείμενο και θα το μοιράσω στους ενοίκους. Όλο και κάποιον θα πάρω με το μέρος μου.

Την ώρα του βραδινού, κανένα σερβίτσιο δεν διαμαρτυρήθηκε. Η πολυθρόνα κοιμόταν ήσυχη που σύντομα θα γνώριζε τους νέους της επισκέπτες. Τα τραπεζάκια και ο καθρέφτης είχαν επιτέλους κάτι να περιμένουν.

Το σπίτι έπαψε να νιώθει μοναξιά. Πήρα το ημερολόγιο να διαβάσω το χτεσινό όνειρο. Η αποκωδικοποίησή του με γέμισε ανυπομονησία. Αύριο στις 5 μμ στα προπύλαια όλοι μαζί θα φωνάζαμε για την λευτεριά και το καλοκαίρι. Που τώρα μπήκε.

Συνεντεύξεις

Κι αν ένα αγόρι δεν βλέπει τη γοητεία των τρακτέρ; Κι αν ένα αγόρι δεν ξέρει γιατί, μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει, φοράει μπλε ή πράσινο και κανένα άλλο χρώμα; Κι αν ένα αγόρι δεν καταλαβαίνει γιατί δεν «κάνει» να παίζει με τα κατσαρολικά της αδελφής......